3

εξομολόγηση

Είμαι άνθρωπος.  Δίχως το "α" κεφαλαίο.  Δίχως να εκπληρώνω την ετυμολογία της λέξης. Έτσι απλά. Γιατί κάπως πρέπει να προσδιοριστώ για να υπάρξω.  Ανάγκη βέβαια που πάλι προκύπτει απ' το γεγονός ότι ανήκω στο συγκεκριμένο είδος.

Δεν ξέρω γιατί γεννήθηκα έτσι, ούτε και γιατί δεν είμαι κάτι άλλο.
Βρέθηκα σ' ένα σώμα - έτσι έμαθα να το λέω - που καθώς δεν ήταν μόνο του, έπρεπε κάπου να οριοθετήσει τόπο.
Βρέθηκα να νιώθω και να σκέφτομαι, όλο και περισσότερα όσο περνούσε ο χρόνος.  Και πάλι έπρεπε να βρω τον τόπο μου ανάμεσα στους άλλους. 

Αυτό τότε μου το είπαν "κοινωνία".
Και τον τρόπο που το φως ανάσταινε στο γύρω μου τα χρώματα - τα μέσα και τα έξω από τα μάτια μου - μου τον είπανε "πατρίδα".

Δίχως να καταλάβω κι ούτε στ' αλήθεια να θυμάμαι, το πότε, το πως και το γιατί, έμαθα πως ο νόμος είναι αυτό που θα χάραζε τα όρια στο πως υπάρχω.  Πολλές ήταν οι φορές που αυτό δεν το κατάλαβα. Είτε γιατί οι εξηγήσεις που μου δώσανε δεν ήτανε κατανοητές, είτε γιατί αυτό που ένιωθα να με τραβά απ' το μανίκι δεν χώραγε σ' αυτούς.
Και τότε έμαθα το τι σημαίνει τιμωρία.
Στο σώμα αρχικά, καθώς αυτό ήταν το πιο χειροπιαστό μου σύνορο. Και στο ότι ένιωθα έπειτα.

Και τότε ήταν - πάλι χωρίς να το πολυκαταλάβω - που άρχισε το δίκιο να με απασχολεί.  Κι εκεί ήταν που  μάλλον την έχασα την μπάλα. Οι άνθρωποι - αυτούς που αναγνώριζα σαν όμοιούς μου δηλαδή - ξεκίνησαν να με πολιορκούν.  Γιατί το μόνο δίκιο που εκάτεχα δεν ήταν άλλο παρά τ' ότι γεννήθηκα. Άνθρωπος ανάμεσα σ' ανθρώπους.

Κι έπειτα ήρθε ο χρόνος. Μέτρο του είδους μου κι αυτό.
Και έχασα και την έκπληξη. Αλλά και τη χαρά. 
Και ξέχασα.
Πως "κοινωνία" δεν είναι παρά ο τόπος ο δικός μου - όσος κι αν είναι - που χώρεσα το νου μου και το σώμα μου, αλλά και την ψυχή μου.

Και ήταν τότε που έμαθα ότι με την ψυχή μου παίζουν.  Δεν ξέρω ποιοι, δεν ξέρω πως. Αν το κατείχα θα με έγραφα σαν άνθρωπο με το "α" κεφαλαίο.  Δεν το 'χω καταφέρει.

Ξέρω μονάχα πως το δίκιο που στα χέρια μου κρατώ είναι το ότι γεννήθηκα.  Ούτε πιο λίγο ούτε και πιο πολύ απ' τους υπόλοιπους.  Με σκέψη και ψυχή.

Δεν ξέρω, ούτε ποιος νόμος ούτε ποιο δίκιο μπορεί να με χωρέσει.  Ξέρω όμως ότι πρέπει την κούτρα μου να ξύσω και να θυμηθώ... γιατί αφέθηκα εδώ.  Κι αν πράγματι με πονάει το "α" εκείνο, στη λέξη άνθρωπος, από μικρό να το αλλάξω σε μεγάλο.

Τις μάχες με μάθαν να μισώ, ίσως για να ξεχάσω.... πως κι η ανάσα δεν είναι άλλο παρά αυτό.
Και η χαρά το ίδιο....

3 εγύρισαν και είπαν:

Ερωτευμένη Σχιζοφρενής είπε...

άφωνη

μιά φορά κι ἕναν τρελλό... είπε...

ερωτευμένη
τα σέβη και τις καλησπέρες μου :)

eApenanti είπε...

λέω να το δημοσιεύσω

Back to Top